- ἐξευμενίζεται
- ἐξευμενίζωpropitiatepres ind mp 3rd sgἐξευμενίζωpropitiatepres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ανεξίλαστος — ἀνεξίλαστος, ον [εξιλάσκομαι] ανεξιλέωτος, αυτός που δεν εξευμενίζεται … Dictionary of Greek
ανεξιλέωτος — η, ο [εξιλεώνω] αυτός που δεν εξιλεώνεται, δεν εξευμενίζεται … Dictionary of Greek
ανταίος — Μυθολογικό πρόσωπο.Γίγαντας, γιος του Ποσειδώνα και της Γαίας. Βασίλευε στη Λιβύη και προκαλούσε όσους ξένους έφταναν στο βασίλειό του να αγωνιστούν μαζί του (η λέξη ανταίος σημαίνει αντίπαλος). Τους νικούσε όμως όλους, επειδή μόλις έβλεπε πως… … Dictionary of Greek
ευλιτάνευτος — εὐλιτάνευτος, ον (Α) αυτός που ενδίδει εύκολα σε παρακλήσεις, που εξευμενίζεται εύκολα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + λιτανεύω] … Dictionary of Greek
θάνατος — Αρχαιοελληνική θεότητα, προσωποποίηση του θανάτου. Σύμφωνα με τον Ησίοδο ήταν γιος του Ερέβους και της Νύχτας και αδελφός του Ύπνου. Ο ίδιος αναφέρει ότι ο Θ. κατοικούσε στον Τάρταρο, είχε σιδερένια καρδιά και ήταν ανελέητος και σκληρός με τους… … Dictionary of Greek